7/4/08

Εμείς, το βέτο και «οι άλλοι»

Πόσο καλά τα πήγαμε τελικά στο Βουκουρέστι;


Ο Καραμανλής εμφανίστηκε ως σεμνός νικητής, που δεν θέλει να επικαλείται τη νίκη του, η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίστηκε ελαφρώς αμήχανη, με κάποια δόση μικροψυχίας για την κυβέρνηση, το ΚΚΕ βρήκε το βέτο δειλό και ο ΣΥΡΙΖΑ ασχολήθηκε με την επόμενη μέρα. Καλά, για το ΛΑΟΣ τον Ψωμιάδη και τον Άνθιμο τι είχες Γιάννη τι είχα πάντα. Ότι έγινε στο Βουκουρέστι πήρε τη θέση του, με λίγα λόγια, στο εσωτερικό πολιτικό αλισβερίσι. Τι έγινε, όμως ακριβώς, ποιες είναι οι πραγματικές διαστάσεις των νατοϊκών αποφάσεων και ποια μπορεί να είναι η προοπτική των σχέσεών μας με τους γείτονες;

Πατήστε στον τίτλο για να διαβάσετε το πλήρες κείμενο

1. Τι σημαίνει η νατοϊκή απόφαση;
«Συμφωνούμε ότι μια πρόσκληση ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ θα δοθεί μόλις επιτευχθεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση στο ζήτημα της ονομασίας». Αυτό αναφέρει το κείμενο των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής στο Βουκουρέστι και δεν αφήνει καμιά αμφιβολία: Η πρόσκληση ένταξης των γειτόνων στο ΝΑΤΟ περνάει από μια συμφωνία με την Ελλάδα για το όνομα. Κι αυτό παρά τις προσπάθειες των Αμερικανών να ξεπεράσουν τον ελληνικό σκόπελο με ποικίλες πιέσεις και ελιγμούς, έχοντας μάλιστα την υποστήριξη και αρκετών από του συμμάχους.

2. Πώς φτάσαμε σ’ αυτό το αποτέλεσμα;
Πρώτα- πρώτα έπαιξε ρόλο το μέτωπο που δημιουργήθηκε στο εσωτερικό της χώρας. Επί της ουσίας όλες οι πολιτικές δυνάμεις στήριξαν τα κουράγια της κυβέρνησης να επιμείνει στο βέτο κι αυτό έπαιξε το ρόλο του όχι μόνο στη σταθερή στάση του Καραμανλή, αλλά και στη διεύρυνση του αριθμού των χωρών που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στήριξαν τις ελληνικές θέσεις. Οπωσδήποτε όμως έπαιξε ρόλο και η κινητοποίηση της ελληνικής διπλωματίας, η οποία αξιοποίησε την αντίθεση πολλών συμμάχων στα σχέδια του Μπους για τα Βαλκάνια. Αξιοποίησε επίσης το ρόλο που μπορεί να παίξει η Ελλάδα στην περιοχή. Ανάμεσα σε μια ταπείνωση της Ελλάδας και μια προειδοποιητική καρπαζιά προς τους επηρμένους νεαρούς των Σκοπίων

3. Τι έκαναν οι... μεγάλοι μας σύμμαχοι στο Βουκουρέστι;
Οι Αμερικανοί πρώτα-πρώτα έκαναν ότι περνούσε από το χέρι τους για να βάλουν, έστω και από την πίσω πόρτα κάποιων νομικίστικων ισχυρισμών, τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ. Πίεσαν ασφυκτικά την Ελλάδα, έθεσαν το θέμα στο παζάρι των ανταλλαγμάτων, τσαλαπάτησαν ακόμα και τη συνήθη διπλωματική ευγένεια με τις δηλώσεις του Μπους υπέρ της θέσης των Σκοπίων. Ο Αμερικανός πρόεδρος εμφανίστηκε στο Βουκουρέστι ως ο προστάτης των αδυνάτων γειτόνων μας, συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό και τον πρόεδρό τους στο περιθώριο της διάσκεψης και έσπευσε να του προσφέρει μια διμερή Ειδική Συμφωνία Σταθερότητας εξπρές όταν η προσπάθεια να μπουν στο ΝΑΤΟ απέτυχε. Γάλλοι, Ιταλοί, Ισπανοί και Πορτογάλοι στήριξαν τις ελληνικές θέσεις καθαρά, η Μέρκελ ήταν υπέρ των Σκοπίων, αλλά όχι πολύ ένθερμα. Ακόμα και οι Τούρκοι υπήρξαν προσεκτικοί, δηλώνοντας ότι κατανοούν τις ελληνικές θέσεις, παρά το ότι ήταν υπέρ της πρόσκλησης των Σκοπίων. Η Βουλγαρία κράτησε μια αυστηρά ουδέτερη στάση, όπως και η Ουγγαρία, ενώ έχει την αξία του το γεγονός ότι οι Βρετανοί κράτησαν το στόμα τους κλειστό για το ζήτημα αυτό. Εν ολίγοις, τη φορά αυτή η Ελλάδα δεν βρέθηκε απομονωμένη, όπως γινόταν όλες τις προηγούμενες για το ίδιο θέμα.

4. Πώς το πήραν τα Σκόπια;
Άσχημα, πολύ άσχημα. Οι δημοσιογράφοι τους συμπεριφέρθηκαν στη συνέντευξη τύπου του Γενικού Γραμματέα της συμμαχίας σαν κακομαθημένοι –τελικά αποχώρησαν επιδεικτικά-, οι εφημερίδες και τα ΜΜΕ των γειτόνων υμνούν τον Μέγα Μπους, όπως τον αποκαλούν και βρίζουν την Ελλάδα, ενώ από επίσημα χείλη ακούγονται απειλές ότι η αντιπαράθεση θα περάσει στις κοινωνίες. Πρόεδρος και πρωθυπουργός έφυγαν από το Βουκουρέστι πριν την ώρα τους, ενώ στα Σκόπια έχουν αρχίσει οι καυγάδες για το ποιος φταίει. Στα πάνω του φαίνεται να είναι ο πρόεδρος Τσρβένκοφσκι, που τήρησε από την αρχή μετριοπαθή στάση, ενώ πυκνά πυρά δέχεται ο πρωθυπουργός Γκρούεφσκι, που στήριξε την αδιαλλαξία του στο δεκανίκι του Μπους και οδήγησε τη χώρα του σε διπλωματική ήττα. Ανεξάρτητα πάντως από την ταπείνωση που αισθάνονται και τη δικαιολογημένη από τη δική τους πλευρά οργή, στα Σκόπια κατανοούν πλέον ότι για να μπορέσουν να προχωρήσουν είναι υποχρεωμένοι να βρουν μια συμβιβαστική λύση με την Ελλάδα, πολύ περισσότερο που αυτό τους συνιστούν και όλοι οι «φίλοι» τους.

5. Τώρα τι γίνεται;
Η Αθήνα, δια του Καραμανλή, προσπάθησε να κρατήσει χαμηλούς τόνους μετά τη σύνοδο, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις και να υπάρξει λύση και άρα ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ και –αυτό υπονοείται και είναι πιο σημαντικό για τους γείτονες- στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα Σκόπια είναι αυτή τη στιγμή σε κατάσταση θυμού και σύγχυσης, αλλά είναι βέβαιο ότι θα επανέλθουν στις διαπραγματεύσεις και όσα έγιναν στο Βουκουρέστι θα καταστήσουν σοφότερους τους ηγέτες τους. Ή θα επιλεγούν στις επικείμενες εκλογές σοφότεροι ηγέτες. Υποχρεωτικά, τόσο για μας, όσο και γι’ αυτούς, κάθε βήμα προς τα μπρος περνάει από έναν έντιμο συμβιβασμό και κανένα από τα δυο μέρη δεν θα θελήσει να δείξει στη διεθνή κοινότητα ότι δεν τον επιθυμεί. Μπορεί, δηλαδή, μετά το Βουκουρέστι τα πράγματα να είναι πιο ευνοϊκά για την εξεύρεση λύσης.


Αθήνα της ευφορίας
Και του προβληματισμού

Στην Αθήνα το κλίμα που επικράτησε μετά το Βουκουρέστι ήταν κλίμα εθνικής νίκης και ευφορίας. Ο Καραμανλής έσπευσε με διάγγελμά του να εκμεταλλευτεί στο έπακρο την «εθνική επιτυχία» και να εμφανιστεί ως ο εγγυητής της εθνικής αυτοπεποίθησης. Η αυτοπεποίθηση, μια λέξη που χρησιμοποιούσε και ο Σημίτης, είναι η λέξη κλειδί για την επικοινωνιακή εκμετάλλευση του θέματος. Στα συν για την κυβέρνηση, όχι μόνο η ενίσχυση της εικόνας της, αλλά και η «εξαφάνιση» του Ασφαλιστικού, της συζήτησης για το Δημοψήφισμα στη Βουλή και των κοινωνικών εντάσεων από την πολιτική της. Όχι κι άσχημα
Το ΠΑΣΟΚ δίνει την αίσθηση αμηχανίας, μετά το Βουκουρέστι. Ο κ. Παπανδρέου προσπάθησε να πάρει λίγη από τη «δόξα» του Καραμανλή με το τηλεφώνημά του στον Αμερικανό πρεσβευτή και τις εθνικοενωτικές του κινήσεις, αλλά οι δηλώσει των στελεχών του μετά το διάγγελμα Καραμανλή είναι μουδιασμένες. Η «γραμμή» προφανώς είναι να χαρακτηρίζουν φυσικό και αναμενόμενο το βέτο και να υπογραμμίζουν ότι το θέμα παραμένει ανοιχτό. Τον κ. Παπανδρέου ενοχλεί πάντως το γεγονός ότι ο Καραμανλής μπήκε για τα καλά αυτή τη φορά στα χωράφια του της εξωτερικής πολιτικής.
Για το ΚΚΕ τα πράγματα είναι προδιαγεγραμμένα. Η κυβέρνηση έδωσε γην και ύδωρ στο ΝΑΤΟ για να πάρει ένα χλωμό αντάλλαγμα. Η Αλέκα Παπαρήγα μίλησε για δειλό βέτο και ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να σβήσει από την ατζέντα τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα εν ονόματι μιας αμφίβολης εθνικής επιτυχίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από τη δική του μεριά, έριξε με δηλώσεις του Αλέκου Αλαβάνου το βάρος του στο αύριο. Ο Αλαβάνος διατύπωσε μια πρόταση πέντε σημείων για τη συνέχεια των διαπραγματεύσεων στα πλαίσια του ΟΗΕ, χωρίς παζάρια με το ΝΑΤΟ και τους Αμερικανούς και για την αποφυγή της επιστροφής σε μια κατάσταση τύπου εμπάργκο στις σχέσεις με τα Σκόπια.

Φύλλο 7ο / 6 Απριλίου 2008


31/3/08

Κλαδεύουν τον Κλαδά


Επικίνδυνα παιγνίδια διαπλοκής


Τα υπόγεια παιγνίδια διαπλοκής έχουν θύματα: ο διαβόητος Σπύρος Κλαδάς, επικεφαλής της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠΕΕ) και προσωπικός φίλος του πρωθυπουργού είναι το τελευταίο από αυτά, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι θέμα ημερών η αποπομπή του.

Άνθρωπος της πιάτσας, στέλεχος της ΝΔ και προσωπικός φίλος του πρωθυπουργού, ο Κλαδάς διορίστηκε στην ΥΠΕΕ για «να καθαρίσει την κόπρο του Αυγείου», σύμφωνα με το Μαξίμου.

Πατήστε στον τίτλο για να διαβάσετε το πλήρες κείμενο

Εμφανίστηκε ως αδέκαστος, αποφασιστικός, ξύπνιος και απηνής διώκτης των μεγάλων παικτών του μαύρου χρήματος, της φοροδιαφυγής και της διαπλοκής και από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε καθήκοντα αντιμετωπίστηκε με καχυποψία και εχθρότητα από τον Γιώργο Αλογοσκούφη, για προφανείς λόγους: η ΥΠΕΕ έρχεται σε επαφή με μεγάλα τζάκια, διεξάγει ελέγχους στα ΜΜΕ και στις μεγάλες επιχειρήσεις και ο χειρισμός τέτοιων «ειδικών υποθέσεων» απαιτεί μεγάλη «ευελιξία και λεπτότητα». Ο υπουργός εθνικής οικονομίας δεν ένιωθε άνετα με τον Κλαδά μέσα στα πόδια του.
Για πρώτη φορά ο υπουργός ζήτησε την αποπομπή του όταν ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος κατάγγειλε την προσπάθεια συναλλαγής –μέσω Κουκοδήμου- του Κλαδά με το Πρώτο Θέμα. Ο Καραμανλής, που διακήρυσσε στους φίλους του ότι «αυτή η βρώμικη ιστορία με το Πρώτο Θέμα πρέπει να καθαρίσει», το ξέκοψε στον Αλογοσκούφη, ότι δεν μπορεί να απομακρυνθεί ένας άνθρωπος επειδή τον κατηγορεί κατηγορούμενος δημοσιογράφος. Ας σημειωθεί, ότι ο Κλαδάς την ίδια εποχή ερευνούσε όχι μόνο τους λογαριασμούς του Θέμου, αλλά και του Μάκη.
Την ίδια περίπου απάντηση εισέπραξε ο κ. Αλογοσκούφης, όταν για δεύτερη φορά ζήτησε την αποπομπή του Κλαδά, εξαιτίας της διαρροής της ιστορίας με την επιταγή του Θέμου. Ο υπουργός ήταν οργισμένος με τη διαρροή της ιστορίας και κατηγόρησε τον Κλαδά ότι παίζει δικά του παιγνίδια και εμποδίζει τους «χειρισμούς» μιας λεπτής υπόθεσης.
Η τρίτη και φαρμακερή είναι η εμπλοκή του Κλαδά στη θολή ιστορία των πλαστών τιμολογίων του ALTER , που διέρρευσε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Αυτή τη φορά η εισήγηση Αλογοσκούφη έγινε δεκτή και είναι θέμα ημερών, ή έστω εβδομάδων η αποπομπή του.

Τι άλλαξε;
Ότι ο Κλαδάς παίζει τα δικά του παιγνίδια, προσπαθώντας να οχυρώσει τη δική του θέση, λέγεται από πολλές μεριές. Αυτός όμως δεν είναι ο λόγος που βλέπει την έξοδο. Στην πραγματικότητα, αν κάτι άλλαξε, είναι η πολιτική του Καραμανλή απέναντι στους «νταβατζήδες», που παλιότερα κατάγγειλε ο ίδιος. Από τη «ντροπαλή διαπλοκή» πριν τις εκλογές του 2007 ο πρωθυπουργός, εν μέσω των αμφισβητήσεων και των αντιδράσεων για την πολιτική του, φαίνεται ότι πέρασε σε πιο ανοιχτές επιλογές στήριξης συμφερόντων, με αντάλλαγμα τη στήριξη της κυβέρνησης.


· Η στάση απέναντι στο Πρώτο Θέμα, για παράδειγμα, αλλάζει όταν αλλάζει ο ιδιοκτήτης του. Η φήμη ότι ο Γ. Μπόμπολας εγγυήθηκε, ως τμήμα του τιμήματος για την εφημερίδα, το ατιμώρητο των προηγούμενων αφεντικών της, δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί και άρα να υιοθετηθεί, αλλά είναι πολλά τα ερωτήματα για τη μεταβίβαση αυτή. Το βέβαιο είναι ότι η ιστορία με τα εκατομμύρια του Θέμου και τους ελέγχους γι’ αυτά, έχει πολλά σκοτεινά σημεία. Μόλις την περασμένη βδομάδα, για παράδειγμα, συστάθηκε ειδική επιτροπή του υπουργείου οικονομικών για να τα διερευνήσει, ενώ αυτό έπρεπε να έχει γίνει από τα τέλη του προηγούμενου χρόνου. Το ερώτημα, αν είναι τυχαίο, ότι η επιτροπή εμφανίζεται αφού ο όμιλος Μπόμπολα παίρνει την εφημερίδα, είναι λοιπόν εύλογο.
· Εύλογα είναι και τα ερωτήματα για τον ALTER. Στη δημοσιότητα έφτασε η είδηση ότι οι έλεγχοι βρήκαν στο κανάλι πλαστά τιμολόγια δεκάδων εκατ. ευρώ. Πράγμα που σημαίνει, εφόσον επαληθευτεί, οικονομική καταστροφή για την εταιρεία, αφού ο νόμος προβλέπει πρόστιμο πενταπλάσιο του ποσού των πλαστών τιμολογίων. Ο Αλογοσκούφης ήθελε να χειριστεί με όλη την απαραίτητη «λεπτότητα» την υπόθεση –με πληρεξούσιο του Καραμανλή;- αλλά η διαρροή στένεψε τα περιθώρια. Πάντως, όπως έγινε γνωστό, το κανάλι έχει καταθέσει απολογητικό υπόμνημα, προωθώντας, ίσως, τη διαδικασία απαλλαγής του από τις κατηγορίες. Το ερώτημα είναι: κρύβεται πίσω από αυτό άλλος ένας «λεπτός χειρισμός» του διώκτη της διαπλοκής Κ. Καραμανλή;
· Για την ιστορία. Ο Σ. Κλαδάς, με εντολή του πρωθυπουργού, ερεύνησε την υπόθεση με τα δομημένα. Και στα συμπεράσματά του απέδωσε ευθύνες στον Γ. Αλογοσκούφη, στον Π. Δούκα, στον γενικό γραμματέα του υπουργείου οικονομίας Γ. Κουρή, όπως και στον πρώην πρόεδρο του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου Π. Τσουπίδη. Κουρής και Τσουπίδης πήγαν στο σπίτι τους και ο Δούκας άλλαξε υπουργείο... Έρευνα είχε υπάρξει και για κάποιες υποθέσεις του Δ. Κοντομηνά με τον ALPHA, την INTERAMERICAN και την ομάδα του Άρη, που δεν κατέληξαν πουθενά και απλώς έθρεψαν τις φήμες για στροφή του καναλιού εκείνη την εποχή υπέρ της κυβέρνησης...


Ποιος είναι ο Σπύρος Κλαδάς

Η γνωριμία και η φιλική σχέση του σημερινού πρωθυπουργού με τον επικεφαλής της ΥΠΕΕ (πρώην ΣΔΟΕ), Σπύρο Κλαδά μετράει είκοσι τρία χρόνια, όταν και οι δύο τους ως νέοι δικηγόροι το 1985 έκαναν τα πρώτα τους βήματα. Στη πορεία ο Κλαδάς θα συναντήσει και θα συνεργαστεί σε διάφορα ζητήματα και υποθέσεις με τον, ισχυρό άνδρα του Μαξίμου, τον διευθυντή του πρωθυπουργικού γραφείου Γιάννη Αγγέλου. Το 1989 ο Κώστας Καραμανλής θα μπει στην πολιτική, χρονιά ορόσημο τόσο για τον νεαρό πολιτικό, όσο και για τον Σ. Κλαδά που εντάσσεται στο επιτελείο των στενών συνεργατών του βουλευτή.
Ικανός και ευέλικτος ο κ. Κλαδάς, όπως λένε όσοι τον γνωρίζουν, εντάσσεται πολύ γρήγορα στο λεγόμενο «καραμανλικό» σύστημα, και ξεκινά την κομματική του «απογείωση» ως συνεργάτης του Άρη Σπηλιωτόπουλου, όταν ο Πατρινός πολιτικός ήταν εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος. Μετά τις εκλογές του 2000 ο Άρης απομακρύνεται από τη Ρηγίλλης. Ο Σ. Κλαδάς όχι μόνο διασώζεται χάριν της καλής σχέσης που έχει αναπτύξει με τον Γιάννη Αγγέλου, αλλά γρήγορα πιάνει φιλίες με τον νέο εκπρόσωπο Τύπου Θοδωρή Ρουσόπουλο. Στη Ρηγίλλης λένε πως η ηγεσία της ΝΔ εκτιμώντας τα προσόντα του κ. Κλαδά, του αναθέτει «ειδικές» κομματικές αποστολές, ενώ όπως έχει έλεγε τότε ο ίδιος του είχε γίνει πρόταση να αναλάβει γραμματέας Οργανωτικού.
Η «χρυσή» εποχή για τον Σπύρο Κλαδά και τη ΝΔ είναι ξεκινά την Κυριακή 7 Μαρτίου που η γαλάζια παράταξη κέρδισε τις εκλογές. Ο Σπύρος Κλαδάς ορίσθηκε τότε Γενικός Γραμματέας Ολυμπιακών Αγώνων και από τον Ιούνιο του 2005 μέχρι τον περασμένο Οκτώβριο διετέλεσε Γενικός Γραμματέας Ολυμπιακής Αξιοποίησης του Υπουργείου Πολιτισμού. Στις 7 Οκτωβρίου με απόφαση του πρωθυπουργού διορίζεται επικεφαλής της ΥΠΕΕ (πρώην ΣΔΟΕ). Είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάσθηκε για πολλά χρόνια ως δικηγόρος , με ειδικότητα στο φορολογικό και εταιρικό δίκαιο και στο δίκαιο κεφαλαιαγοράς, σε υποθέσεις εισαγωγής εταιριών στο Χρηματιστήριο καθώς και σε υποθέσεις μεγάλων ιδιωτικών εταιριών σχετικά με δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών. Επίσης υπήρξε συνιδρυτής της "Εταιρία Δικηγόρων Σ. Στρατήγης και Συνεργάτες".


24/3/08

Είδες ο ΣΥΡΙΖΑ;


Πολλοί μίλησαν για κίνηση ματ, άλλοι προέταξαν τα συνήθη μίζερα για «επικοινωνιακά κόλπα» και άλλοι έκαναν τα ξινά γλυκά και έσπευσαν να υιοθετήσουν την πρωτοβουλία. Το βέβαιο είναι, ότι η πρόταση του Αλέκου Αλαβάνου, την Πέμπτη το μεσημέρι στη Βουλή, για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, στο οποίο οι πολίτες θα κληθούν να εγκρίνουν ή να απορρίψουν το νόμο για το Ασφαλιστικό, αποδείχτηκε πολιτική βόμβα.

Μια βόμβα που έσκασε ξαφνικά στα μούτρα της κοινοβουλευτικά βολεμένης κυβέρνησης (152 ψήφοι και τα σκυλιά δεμένα...) και ταρακούνησε με το ωστικό της κύμα όλες τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Για να αποδειχτεί ότι η αποτελεσματική αντιπολίτευση δεν συνδέεται πάντα και κατ’ ανάγκη με την κοινοβουλευτική δύναμη του καθενός, αλλά και με την εξυπνάδα, την πρωτοβουλία, την αποφασιστικότητα, τη διάθεση να ορθώνει εμπόδια σε ότι θεωρείται αρνητικό για την πλειοψηφία των πολιτών.


Πατήστε στον τίτλο για να διαβάσετε το πλήρες κείμενο


Πρώτον, ο Αλαβάνος αξιοποίησε ένα δημοκρατικό παράθυρο που προβλέπεται από το Σύνταγμα, το οποίο καθορίζει τις κοινοβουλευτικές, αλλά και τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, για τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Το άρθρο 44 προβλέπει τη διενέργεια δημοψηφίσματος επί ψηφισμένου νομοσχεδίου, «που ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα». Η σχετική πρόταση πρέπει να υπογράφεται από τα 2/5 των βουλευτών (δηλαδή 120), ενώ για να εγκριθεί απαιτούνται τα 3/5 (δηλαδή 180).

Δεύτερον, ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε το πιο κατάλληλο... μομέντουμ (η λέξη εκστομίστηκε από το συνταγματολόγο και βιαστικό Ε. Βενιζέλο) για την υποβολή της πρότασής του. Ακριβώς τη στιγμή που η κυβερνητική πλειοψηφία «έκλεινε» άρον-άρον το ζήτημα, ολοκληρώνοντας μέσα στη νύχτα τις ονομαστικές ψηφοφορίες και επισπεύδοντας την ψήφιση του νομοσχεδίου επί του συνόλου, για την οποία αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί χτες, αντί για την ερχόμενη Τετάρτη. Με προφανή το στόχο της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού να ξεμπερδεύουν με το ασφαλιστικό και τις συνακόλουθες κινητοποιήσεις. Ο Αλαβάνος τους πήρε τη μπουκιά από το στόμα...

Τρίτον, η πρόταση διατυπώθηκε αφού υπήρξε η κατάλληλη «προετοιμασία πυροβολικού» μέσα στη Βουλή, από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο ίδιος ο Αλέκος Αλαβάνος κατηύθυνε τα πυρά του στον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, τον οποίο χαρακτήρισε «μαριονέτα και φάντασμα των επικοινωνιακών του συμβούλων», ενώ για την κυβέρνηση είπε ότι είναι «κυβέρνηση θλιβερής και προκλητικής μειοψηφίας, όσον αφορά το Ασφαλιστικό». Στο ίδιο μήκος κύματος, έστω και σε πιο χαμηλούς τόνους, κινήθηκαν τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και το ΚΚΕ, έτσι που η πρόταση για το δημοψήφισμα να ολοκληρώσει την επίθεση.

Τι σου κάνει μια πρωτοβουλία!

Οι επιπτώσεις από την πρωτοβουλία Αλαβάνου είναι ήδη προφανείς.

1. Η κινητοποίηση για το Ασφαλιστικό όχι μόνο δεν σταματάει, αλλά προσλαμβάνει πιο ευκρινή πολιτικά χαρακτηριστικά. Δίνει ταυτόχρονα την ευκαιρία να συνταχθούν με το αίτημα του δημοψηφίσματος οι πιο διαφορετικές δυνάμεις Πρόκειται για χαρακτηριστική περίπτωση «αγώνα μέσα και έξω από τη Βουλή». Οι μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν ήδη υιοθετήσει την πρωτοβουλία και κινούνται για τη συλλογή υπογραφών και ποικίλες πρωτοβουλίες στο χώρο τους.

2. Επιτεύχθηκε, για την ώρα τουλάχιστον, η συμπαράταξη όλης της αντιπολίτευσης, έστω σε ένα ζήτημα, το οποίο όμως είναι πολύ σημαντικό για εκατομμύρια εργαζόμενους. Τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και το ΚΚΕ, ακόμα και ο ΛΑΟΣ, τάχθηκαν υπέρ του δημοψηφίσματος και αυτό δίνει στην πρωτοβουλία Αλαβάνου καθολικό αντιπολιτευτικό χαρακτήρα. Σε ποιο βαθμό κάποιοι υποχρεώθηκαν οι υπόλοιποι της αντιπολίτευσης από τα ίδια τα πράγματα, ή όντως πιστεύουν αυτή την πρωτοβουλία, είναι μάλλον αδιάφορο. Στην πολιτική πρέπει κανένας να ξέρει ακόμα και να υποχρεώνει –όπως συνέβη με τον πρόεδρο της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ- σε θετικές κινήσεις. Αυτό που τελικά μένει είναι η θετική στάση του ΠΑΣΟΚ και του Γ. Παπανδρέου, το «ναι» του ΚΚΕ, ακόμα και το «ναι» του Καρατζαφέρη, αν και κανείς δεν τον κάλεσε να συμμετάσχει και δεν υπάρχει περίπτωση να δεχτούν οι υπόλοιποι να συνυπογράψου οτιδήποτε με το ΛΑΟΣ. Ας σημειώσουμε πάντως, για την ιστορία, τη γκάφα του Βενιζέλου, ο οποίος έσπευσε να κατηγορήσει τον Αλαβάνο για λάθος «μομέντουμ», αγνοώντας ότι τελικά η ψήφιση επί του συνόλου, που θα γινόταν την Τετάρτη, αποφασίστηκε για χτες. Τελικά το λάθος «μομέντουμ» αποδείχτηκε ότι ήταν για τον βιαστικό Ευάγγελο...

3. Η πρωτοβουλία Αλαβάνου χάλασε τη σούπα της κυβερνητικής πλειοψηφίας, που ετοιμαζόταν να πάρει τις ρούγες για τις παρελάσεις της 25 Μαρτίου, απαλλαγμένη από το αγκάθι του Ασφαλιστικού. Και άφησε ανοιχτή την πόρτα όχι μόνο για την –συνταγματικά υποχρεωτική- συζήτηση στη Βουλή την ερχόμενη βδομάδα, αλλά και σε συνέχεια των εργατικών κινητοποιήσεων. Το Ασφαλιστικό, με δυο λόγια, παραμένει στην επικαιρότητα, παρά της προσπάθειες του Κ. Καραμανλή να «ξεμπερδεύει».

4.Δεν είναι τέλος χωρίς σημασία το γεγονός ότι ο Αλέκος Αλαβάνος άνοιξε την πόρτα για μια παρέμβαση του Προέδρου της Δημοκρατίας, σύμφωνη με τις συνταγματικές αρμοδιότητες του Κάρολου Παπούλια. Έθεσε δηλαδή το ζήτημα της αναπομπής του σχετικού νόμου από τον Πρόεδρο, λέγοντας: «Πρέπει να κάνετε δημοψήφισμα και για έναν ακόμα λόγο. Για να μη ρίξετε το μπαλάκι στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, αφού οι διατάξεις του προβλέπουν επώδυνες ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους. Δεν πρέπει να τον θέσετε σε τέτοιο δίλημμα». Ο Γιάννης Δραγασάκης, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, εξήγησε αργότερα ότι ο Αλέκος Αλαβάνος έθεσε ένα δίλημμα και προς την κυβέρνηση, αλλά και προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. «Δηλαδή, ή δημοψήφισμα, ή αναπομπή του νομοσχεδίου»...

17/3/08

Πρόεδρος για όλες τις δουλειές

Κώστας Μίχαλος
Ποιος είναι ο κύριος που κάνει μηνύσεις στους απεργούς;




Πρόεδρος της εξαγωγικής εταιρίας Swan, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, πρώην χρηματιστής στο Λονδίνο, πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομίας, πρώην ειδικός σύμβουλος του υπουργείου Ανάπτυξης και νυν μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΗ. Αυτές είναι μερικές από τις ιδιότητες του Κώστα Μίχαλου, ο οποίος την περασμένη εβδομάδα κατέθεσε μήνυση κατά της ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ για τις διακοπές του ηλεκτρικού ρεύματος. Οι συνδικαλιστές ακόμα αναρωτιούνται ως τι κατέθεσε τη μήνυση. Ως πρόεδρος του ΕΒΕΑ, ως μέλος της διοίκησης της ΔΕΗ ή απλώς ως λαγός της κυβέρνησης; Επισημαίνουν δε ότι, ούτως ή άλλως, από τη στιγμή που ο κ. Μίχαλος μετέχει και στο Δ.Σ. της επιχείρησης δεν νομιμοποιείται να μηνύει εργαζομένους της.
Πάντως δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Μίχαλος εμφανίζεται ως η φωνή του αγανακτισμένου επιχειρηματικού κόσμου και στρώνει το έδαφος ώστε η κυβέρνηση να προχωρήσει σε ανατροπές υπό το πρόσχημα της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(Πατήστε στον τίτλο του post για να διαβάσετε το κείμενο)

Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ ανήκει στη γενιά των 40 και κάτι, τη γενιά Καραμανλή, που ήρθε στα πράγματα μαζί με τη «νέα διακυβέρνηση το 2004». Κατάγεται από οικογένεια πολιτικών. Ο πατέρας του, Χρίστος Μίχαλος, ήταν υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ στην τελευταία χουντική κυβέρνηση του Σπύρου Μαρκεζίνη. Ως εκ τούτου, λογικό ήταν να γοητευτεί από τα αξιώματα.
Τη διετία 2004–2005 αναλαμβάνει χρέη ειδικού συμβούλου στο υπουργείο Ανάπτυξης, ενώ αμέσως μετά και μέχρι το Φεβρουάριο του 2006 βρίσκεται στη θέση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Οικονομίας και θεωρείται δεξί χέρι του Γιώργου Αλογοσκούφη. Από τη θέση αυτή παραιτείται σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή για να διεκδικήσει την προεδρία του ΕΒΕΑ, υποστηριζόμενος από τη Νέα Δημοκρατία, για την οποία κονταροχτυπήθηκε με τον εκλεκτό του ΠΑΣΟΚ, Γ, Γρανίτσα. Σύμφωνα με την ανεπίσημη εκδοχή, σημαντικό ρόλο στην αποχώρησή του από το υπουργείο έπαιξαν δημοσιεύματα που προηγήθηκαν σχετικά με τη δράση του την περίοδο που βρισκόταν στο Λονδίνο. Τα δημοσιεύματα έφεραν τον τότε ανερχόμενο επιχειρηματία να έχει εξαπατήσει δύο Έλληνας εφοπλιστές, αποσπώντας 2,2 εκατ. ευρώ, αφού τους υποσχέθηκε την αποκλειστική χρήση του λιμανιού της Σιέρα Λεόνε. Ένας εκ των εφοπλιστών, ο Δ. Πατέρας, έσπευσε με επιστολή του να αθωώσει τον Κώστα Μίχαλο, δηλώνοντας ότι δεν υπάρχει μεταξύ τους οικονομική εκκρεμότητα, παρόλα αυτά όμως δεν διέψευσε τα στοιχεία του ρεπορτάζ.
Όπως και να έχει, φαίνεται πως ο Γιώργος Αλογοσκούφης θεώρησε ότι ο κ. Μίχαλος μπορεί να είναι πολλαπλά χρήσιμος στην κυβέρνηση έξω από αυτήν και έτσι στήριξε σφόδρα την υποψηφιότητά του για το ΕΒΕΑ. Μάλλον δεν είχε άδικο. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ο κ. Μίχαλος άρχισε τις παρεμβάσεις του για μια σειρά επίμαχα ζητήματα.
Όταν βρίσκονταν σε εξέλιξη οι φοιτητικές κινητοποιήσεις για την παιδεία, ο ίδιος κινδυνολογούσε ότι εκτός από κλειστά πανεπιστήμια σε λίγο θα υπάρχουν και κλειστά καταστήματα των οποίων ο τζίρος υπολόγιζε ότι είχε πέσει 30%. Ο κ. Μίχαλος πρώτος εισηγήθηκε να ζητούν οι διαδηλωτές άδεια από την αστυνομία 5 μέρες πριν από τη διαδήλωση και οι πορείες να γίνονται σε μια λωρίδα κυκλοφορίας. Το αίτημα λίγο καιρό μετά έκανε δεκτό ο Βύρων Πολύδωρας. Ενδεικτικό της στάσης του απέναντι στον αγώνα των φοιτητών είναι και το γεγονός ότι την περίοδο που η κυβέρνηση επιχειρούσε την αναθεώρηση του άρθρου 16, στο μαθητικό διαγωνισμό έκθεσης, που διοργανώνει κάθε χρόνο το ΕΒΕΑ, το θέμα ήταν «γιατί πρέπει να λειτουργούν ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα».
Το Μάρτιο του 2007 ο κ. Μίχαλος πρότεινε οι δήμαρχοι να αποφασίζουν ποιες και πόσες Κυριακές μπορούν να λειτουργούν τα εμπορικά καταστήματα ενώ πριν από τρεις μήνες, ως λύση για το πρόβλημα της ακρίβειας, εισηγήθηκε την ανατροπή της ισχύουσας νομοθεσίας, ώστε να επιτραπεί η λειτουργία πρατηρίων βενζίνης από τα σούπερ μάρκετ και να καταργηθεί το ωράριο εργασίας των βενζινοπωλών.
Πρόσφατα επίσης χαρακτήρισε τριτοκοσμική χώρα την Ελλάδα, επειδή ακόμα δεν έχει ιδιωτικοποιήσει τα λιμάνια της, αλείφοντας βούτυρο στο ψωμί των κυρίων Αλογοσκούφη και Βουλγαράκη, που ετοιμάζονταν για το σχετικό διαγωνισμό, ενώ η παρέμβαση του κ. Μίχαλου για το ασφαλιστικό προκάλεσε την υπουργό Απασχόλησης να προχωρήσει σε σκληρά μέτρα λέγοντας ότι «η τακτική της στρουθοκαμήλου δεν λύνει προβλήματα».

Στο Λονδίνο αλλά εκτός παρέας

Ο Κωνσταντίνος Μίχαλος γεννήθηκε το 1960 και βρέθηκε στο Λονδίνο για σπουδές την ίδια περίοδο που συνδεόταν εκεί και η γνωστή «παρέα» του Λονδίνου της Νέας Δημοκρατίας. Παρότι οι δρόμοι του δεν συναντήθηκαν με την «παρέα», ακολούθησε και αυτός ανάλογη πορεία στο κόμμα και στη δημόσια ζωή. Σπούδασε οικονομικές και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο του Essex της Μ. Βρετανίας και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο London School of Economics & Political Science σε θέματα οικονομικών εφαρμογών.
Από το 1988 είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της βιομηχανικής - εξαγωγικής εταιρείας SWAN Α.Ε. που εδρεύει στο Κρυονέρι Αττικής. Από το 1993 ως το 2005 ήταν εκλεγμένο μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ΕΒΕΑ και την τετραετία 1998-2002 οικονομικός του επόπτης. Το 2002 εξελέγη μέλος του Δ.Σ. του Αραβοελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου και το 2004 έγινε αντιπρόεδρός του, ενώ το 2003 εξελέγη πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Βορείου Αττικής. Το 2004-2005 διετέλεσε Ειδικός Σύμβcιυλος του υπουργείου Ανάπτυξης. Το 2005-2006 διετέλεσε γενικός γραμματέας στο υπουργείο Οικονομίας &. Οικονομικών. Από το 2006 είναι πρόεδρος του ΕΒΕΑ και από το Φεβρουάριο του 2008 μέλος του Δ.Σ. της ΔΕΗ.

Ηλίας Μαρούτσης
Φύλλο 4ο / 15 Μαρτίου 2008

11/3/08

Πού βαδίζομεν κύριοι;

Καταρρέει ο δικομματισμός; Θα σταθεροποιηθεί η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ; Ποιος ο ρόλος του Αλαβάνου και του Τσίπρα; Τα πολιτικά τους συμπεράσματα από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις διατυπώνουν τον Ανάποδο 11 πολιτικοί, αναλυτές και δημοσιογράφοι:

Γράφουν:
Παύλος Τσίμας
Τάκης Θεοδωρικάκος
Γιάννης Πρετεντέρης
Γιάννης Δραγασάκης
Χριστόφορος Βερναρδάκης
Γιώργος Κύρτσος
Γιάλλης Λούλης
Μιχάλης Χρυσοχοϊδης
Τάσος Παππάς
Σεραφείμ Κοτρώτσος
Τριαντάφυλλος Δραβαλιάρης

(Πατήστε στον τίτλο του post για να διαβάσετε τα κείμενα)

Αίτημα αλλαγής από τους πολίτες
Του Παύλου Τσίμα
Πολιτικός συντάκτης στα ΝΕΑ

Οι δημοσκοπήσεις είναι, όπως λένε συνήθως οι πολιτικοί -ιδίως όταν τα ευρήματά τους δεν τους αρέσουν-, «μια φωτογραφία της στιγμής», η οποία δεν προλέγει το μέλλον. Ορθόν. Αλλά ελλιπές.
Η πλήρης αλήθεια είναι ότι οι πολίτες, όταν ο δημοσκόπος τους χτυπά την πόρτα (το τηλέφωνο, συνηθέστερα), δεν τον αντιμετωπίζουν ως ιερέα εξομολογητή, στον οποίο θα ανοίξουν τα τρίσβαθα της ψυχής τους και θα απαντήσουν στις ερωτήσεις του, με μεγαλύτερη ή μικρότερη ειλικρίνεια. Για τους (εκπαιδευμένους πλέον, επικοινωνιακά) δημοσκοπούμενους πολίτες, η δημοσκόπηση είναι, συχνά, κάτι περισσότερο. Είναι ένα εργαλείο, ένα μέσο το οποίο συνειδητά χρησιμοποιούν και διά του οποίου στέλνουν ένα μήνυμα.
Αυτό συμβαίνει, νομίζω, και τώρα: Οι δημοσκοπήσεις των ημερών που διαμορφώνουν ένα νέο, τρικομματικό τοπίο, με τον ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίζεται ως δυναμικός τρίτος πόλος (δεύτερος στις ηλικίες από 18 έως 44 ετών!), έχουν το χαρακτήρα ενός μηνύματος που αποστέλλεται από ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος προς τις πολιτικές ηγεσίες.
Το μήνυμα μπορεί να έχει πολλές αναγνώσεις. Προτείνω τη δική μου. Προσωπικά, λοιπόν, πιστεύω ότι οι πολίτες διατυπώνουν, διά των δημοσκοπήσεων, μια προσδοκία, ένα αίτημα αλλαγής. Δηλώνουν απελπισμένοι - όχι από ένα ή δύο κόμματα, από έναν ή κάποιους συγκεκριμένους πολιτικούς, αλλά από έναν τρόπο διακυβέρνησης, που έχει βιαίως απο-νομιμοποιηθεί στα μάτια τους. Αίτημα αλλαγής -όχι απλώς κυβερνητικού σχήματος ή αρχηγού στο ένα ή στο άλλο κόμμα, αλλά αλλαγής εκ θεμελίων του τρόπου διακυβέρνησης, του τρόπου συγκρότησης της πολιτικής σκηνής-, αυτό πιστεύω ότι υποκρύπτουν τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων. Και το βρίσκω παρήγορο, λυτρωτικό και αισιόδοξο.
Αυτό που έχει συντελεσθεί οφείλεται σε τρεις κυρίως παράγοντες: τον Καραμανλή, τον Παπανδρέου και τον Αλαβάνο.
Ο Καραμανλής προσέφερε την πιο απτή, χειροπιαστή απόδειξη πως είχε δίκιο η Αριστερά όταν φώναζε πως η απλή εναλλαγή δύο κομμάτων στην εξουσία, χωρίς προγραμματική διαφοροποίηση, χωρίς πρόγραμμα καν, με μόνη ατζέντα τη νέα διανομή των λάφυρων της εξουσίας, δεν λύνει, μα οξύνει τα προβλήματα. Η διάψευση από τον Καραμανλή όλων των προσδοκιών ανάταξης που επενδύθηκαν στη νίκη του (από πολλούς - και κάποιες αριστερές, πλην μωρές παρθένες) έδωσε, στα μάτια των πολλών, την οριστική απόδειξη της χρεοκοπίας ενός προσχηματικού δικομματισμού.
Ο Παπανδρέου, πάλι, προσέφερε τη βαθμιαία, αλλά σταθερή (αν και όχι πάντοτε ηθελημένη) μεταβολή της φυσιογνωμίας του ΠΑΣΟΚ από κόμμα εξουσίας, με την παραδοσιακή έννοια, μονοδιάστατα προσανατολισμένο στη διά της αυτοδυναμίας εναλλαγή στην εξουσία και δεμένο χειροπόδαρα στις απαιτήσεις μιας πελατείας διψασμένης για εξουσία, σε κόμμα ανοιχτό σε εναλλακτικές αναγνώσεις της πολιτικής.
Και ο Αλαβάνος, τέλος, κατάφερε να μετατρέψει τον ΣΥΝ, από ένα άχρωμο και άοσμο, φλου μόρφωμα της πολιτικής, στηριγμένο κυρίως στη δύναμη της νοσταλγίας κάποιων γενεών για τα ηρωικά τους νιάτα, σε ένα ριζοσπαστικό πόλο, με σαφέστερη ταυτότητα, ικανό να παίξει το ρόλο καταλύτη σε έναν πολιτικό αναδασμό - ρόλο που οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις του αναθέτουν.
Και τώρα; Πάλι από των τριών αυτών παραγόντων τη δράση θα εξαρτηθεί το μέλλον. Η αποκρυπτογράφηση του μηνύματος των δημοσκοπήσεων και η ανταπόκριση σ’ αυτό είναι το αληθινό στοίχημα της πολιτικής ζωής και η πρόκληση για τις πολιτικές ηγεσίες. Υπό προϋποθέσεις, η αναδιάταξη του σκηνικού με μια πλειοψηφική και πολυχρωματική Αριστερά απέναντι σε μια μειοψηφική, πλην συμπαγέστερη, Δεξιά είναι μια πιθανή (και ευκταία, νομίζω) εξέλιξη.



Δεν έχει ξανασυμβεί!
Του Τάκη Θεοδωρικάκου
Πολιτικός αναλυτής και πρόεδρος της GPO



Η δυναμική που αναπτύσσει ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, είναι πρωτοφανής. Δεν έχει ξανασυμβεί ένα πολιτικό κόμμα και μάλιστα του χώρου της Αριστεράς να υπερδιπλασιάζει τα (δημοσκοπικά) ποσοστά του σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα.
Ασφαλώς οι αιτίες του φαινομένου είναι πολλές, είναι συσσωρευμένες και το γεγονός ότι συμπίπτουν χρονικά κάνει αυτή την άνοδο εκρηκτική.
· Οι μεγάλες αδυναμίες του ΠΑΣΟΚ τροφοδοτούν διαρκώς πλέον το ΣΥΡΙΖΑ. Στην αξιωματική αντιπολίτευση απουσιάζει η αξιόπιστη στρατηγική. Στο πρόσφατο παρελθόν επιχειρήθηκε μια «αριστερή στροφή» και εκφράστηκε η βούληση για ριζική ανανέωση. Η πολιτική αυτή δεν έφερε θετικά αποτελέσματα, αφού προτιμούνται πολιτικές δυνάμεις που θεωρούνται πιο αυθεντικά αριστερές και προχωρούν με αποφασιστικό τρόπο την ανανέωση εμπράκτως. Το ΠΑΣΟΚ έχει χάσει τη δύναμη του κόμματος που πιστεύει ότι θα ξανακερδίσει την εξουσία, συνεπώς ένα τμήμα των οπαδών του απελευθερώνεται να κάνει άλλες επιλογές. Η ροή αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη στις ηλικίες κάτω των 45 ετών, στο Λεκανοπέδιο της Αττικής, και μεταξύ των ατόμων πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.
· Η άμβλυνση των ιδεολογικών διαφορών, ο ισχυρός ρόλος της τηλεόρασης, αυξάνει το ρόλο των προσώπων στην πολιτική ζωή καθιστώντας την τάση ανανέωσης του πολιτικού προσωπικού πολύ ισχυρή. Η τολμηρή απόφαση εκλογής προέδρου ενός εκπροσώπου της νεότερης γενιάς που υπάρχει στην πολιτική ασφαλώς έχει ενισχύσει το ΣΥΡΙΖΑ. Ο νέος του πρόεδρος στα δείγματα γραφής που έδωσε, από την υποψηφιότητα στο Δήμο Αθηναίων ως σήμερα, φανερώνει ένα φρέσκο, δυναμικό πρόσωπο με ικανότητες στην επικοινωνία. Ασφαλώς έχει μπροστά του μια πολύ δύσκολη αποστολή. Ίσως, μάλιστα, τα μεγάλα ποσοστά των δημοσκοπήσεων να του δημιουργήσουν υπερβολικό άγχος, ενώ ταυτόχρονα κινδυνεύει και από την υπερέκθεση στα ΜΜΕ. Για να ανταποκριθεί θα πρέπει να φανερώσει ότι διαθέτει βαθύτερη πολιτική υποδομή και γνώση, διαμορφώνοντας μια στρατηγική ενός νέου ρόλου για το ΣΥΡΙΖΑ.
Ήδη διαμορφώνεται ένα νέο περιβάλλον όπου στην κοινωνία υπάρχει μια κεντροαριστερή πλειοψηφία, αλλά στην κυβέρνηση θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην είναι οι συντηρητικές δυνάμεις. Αυτή η αντίφαση θα τίθεται έντονα στις ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ και θα ζητά απάντηση.
· Αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορέσει να ομογενοποιήσει πολιτικά τους πολίτες που μετακινούνται προς αυτόν, στη βάση συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας, τότε, παρά τα επόμενα στρατηγικά προβλήματα, το πιθανότερο είναι η δυναμική του να σταθεροποιηθεί.
· Η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ είναι και μια πράξη δικαίωσης του Α. Αλαβάνου. Ένας αρχηγός κόμματος αφήνει την προεδρική θέση έπειτα από επιτυχία σ’ ένα νέο άνθρωπο μέσα σε πολιτικές διαδικασίες πολιτισμού και ανθρώπινης επικοινωνίας σε αντίθεση με άλλες αντίστοιχες διαδικασίες. Οι πολίτες επιβραβεύουν τη γενναιότητα, την τόλμη, την ανανεωτική προσπάθεια, την κοινωνική ευαισθησία, ανοίγοντας ένα παράθυρο σε μια ελπίδα.


Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι συμβόλαια με την εξουσία
Του Γιώργου Κύρτσου
εκδότης της «City Press»

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κυβέρνηση δεν τα καταφέρνει, ότι το ΠΑΣΟΚ χάνει αντί να εισπράττει κι ότι υπάρχει μια ελπιδοφόρα προοπτική για το ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά οι δημοσκοπήσεις δεν είναι συμβόλαια με την εξουσία.
Ακόμα και μ’ αυτές τις δημοσκοπήσεις όμως, πιστεύω ότι η Ν.Δ. θα μπορέσει κάπως να συσπειρώσει τον κόσμο της, θα βγει πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές, θα είναι κοντά στην αυτοδυναμία, ή τέλος πάντων θα παλέψει για την αυτοδυναμία. Επομένως ας μην αρχίσουμε να την κλαίμε από τώρα...
Παρατηρώ βέβαια ότι τελευταία η κοινή γνώμη στρέφεται προς την Αριστερά, αλλά δεν νομίζω ότι η λύση είναι προς τα εκεί. Νομίζω ότι το δικομματικό σύστημα είναι αναποτελεσματικό και όχι χρεοκοπημένο, όπως λέγεται. Με την ίδια λογική και η Αριστερά διεθνώς είναι χρεοκοπημένη. Πού έχει καταφέρει η Αριστερά να δώσει λύσεις;
Θεωρώ ότι η Ν.Δ. έχει σοβαρό πρόβλημα αποτελεσματικότητας. Ταυτόχρονα, ενώ η κοινή γνώμη μετατοπίζεται προς τα αριστερά, οι λύσεις που προτείνει η Ν.Δ. είναι κεντροδεξιές, ιδιαίτερα στα οικονομικά και κοινωνικά θέματα. Άρα, στο πρόβλημα αποτελεσματικότητας που έχει, πρέπει να προσθέσουμε και ότι οι πολιτικές της είναι σε αντίθεση με τις αντιλήψεις της κοινής γνώμης. Έτσι, όσο κι αν το ΠΑΣΟΚ έχει υποστεί ήττα τακτικής, όσο κι αν δεν μπορεί να αξιοποιήσει τη φθορά της εξουσίας, η Ν.Δ. αντιμετωπίζει πρόβλημα στρατηγικής, σπρώχνει τον κόσμο προς τα αριστερά.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ, είναι λάθος να τα φορτώνουν όλα στον Παπανδρέου, αφού υπάρχει ένας ακήρυχτος εμφύλιος στο κόμμα. Θα μ΄ ενδιέφερε πάντως πάρα πολύ να δω, αν αυτοί που δηλώνουν ότι θα ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ το εννοούν ή είναι... μεταμφιεσμένοι δυσαρεστημένοι του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι επιδιώκουν ένα νέο γύρο εσωκομματικής αμφισβήτησης...


Δικομματισμός, ρεύμα διαμαρτυρίας, πολιτική δυναμική
Του Γιάννη Λούλη
Πολιτικός αναλυτής

Ήδη, από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου έγινε ορατό ένα ισχυρό ρεύμα ψηφοφόρων διαμαρτυρίας κατά του δικομματισμού. Το ρεύμα αυτό, όπως αναλύω στο πρόσφατο βιβλίο μου («Η Μάχη του 2007: Η διαδρομή, η κάλπη, οι προοπτικές»), διαμορφώθηκε σταδιακά και για συγκεκριμένους λόγους. Τώρα είναι προφανές πως οι ψηφοφόροι διαμαρτυρίας αυξάνονται –ως ένα μη πρόσκαιρο φαινόμενο– και κατευθύνονται στα μικρά κόμματα και κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ.

Ποια είναι λοιπόν, πολύ συνοπτικά, η σημερινή πραγματικότητα και η δυναμική της;

· Ο δικομματισμός περνάει κρίση, αλλά δεν καταρρέει. Ειδικά ο ένας πυλώνας του δικομματισμού (Ν.Δ.) φθείρεται, όμως εν τέλει, «αντέχει». Αντίθετα, ο άλλος πυλώνας (ΠΑΣΟΚ) εμφανίζει σημεία δραματικής φθοράς.
· Άρα στα πλαίσια του δικομματισμού, η κρίση είναι εντοπισμένη στον έναν πυλώνα (ΠΑΣΟΚ). Τούτο σημαίνει ότι η Ν.Δ. έναντι του ΠΑΣΟΚ διατηρεί διαφορές στη πρόθεση ψήφου μεγαλύτερες απ’ ό,τι την περίοδο 2005–2007. Δύο πρόσφατες δημοσκοπήσεις καταγράφουν διαφορές της τάξης του 5% έως 5,5%. Σημαίνει επίσης πως η ραγδαία κάμψη του ΠΑΣΟΚ εξηγείται από την εντεινόμενη «κυβερνητική» του αναξιοπιστία.
· Η ραγδαία πτώση του ΠΑΣΟΚ και η άκρως προβληματική του εικόνα δεν υποδηλώνουν προφανώς (παρά τις υπερβολές που ακούγονται) πως δεν διαθέτει δυνάμεις για να παραμείνει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ούτε βεβαίως κινδυνεύει με αποσύνθεση. Τουλάχιστον στο προβλεπτό διάστημα.
· Η κρίση του δικομματισμού, αναπόφευκτα, ευνοεί όλα τα μικρά κόμματα. Όμως η μεγάλη κρίση του ΠΑΣΟΚ «τροφοδοτεί» κυρίως τον ΣΥΡΙΖΑ που είναι η ταχύτερα ανερχόμενη πολιτική δύναμη. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ «πατάει» κυρίως πάνω στη φθορά του ΠΑΣΟΚ και φαίνεται να κερδίζει άνω του 15% των ψηφοφόρων του.
· Η απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι «ιδεολογική». Ενώ, λογικά, θα καταγράφεται για αρκετό διάστημα. Όμως πρόκειται για μια απήχηση που είναι «ρηχή». Και τούτο διότι αρκετά στοιχεία της είναι έντονα επιφανειακά. Έτσι δεν είναι εύκολο να αντέξει σε βάθος χρόνου. Ιδίως εάν συνέλθει (πιο μακροχρόνια έστω) το ΠΑΣΟΚ.
· Άρα στο σημερινό τοπίο, ο ένας πυλώνας του δικομματισμού θα παραμείνει ο κυρίαρχος (έστω και αποδυναμωμένος). Τούτο θα συμβεί τόσο λόγω της εικόνας της ηγεσίας του, αλλά και της κατάρρευσης της εικόνας του κύριου αντιπάλου του. Την ίδια ώρα, η πτώση του ΠΑΣΟΚ και η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ θα σημαδέψουν, επίσης, το τοπίο. Για πόσο διάστημα, παραμένει άγνωστο.
· Τέλος, το ότι το τοπίο σήμερα εμφανίζεται άκρως μεταβατικό αποτελεί προφανή πραγματικότητα. Ενώ πολλά θα κριθούν από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Ιδίως εάν οδηγηθούμε σε δύο μάχες και μάλιστα με διαφορετικά εκλογικά συστήματα.


Ο χρόνος θα δείξει...
Του Γιάννη Πρετεντέρη
Διευθυντής σύνταξης στο «ΒΗΜΑ»


Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις καταγράφουν τρία βασικά στοιχεία, στα οποία συμφωνούν περίπου όλες, άρα δεν επιδέχονται αμφισβητήσεις. Στοιχείο πρώτο, μια σαφής δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση, η οποία όμως δεν διοχετεύεται έως τώρα σε άλλους πολιτικούς χώρους. Στοιχείο δεύτερο, μια εξίσου σαφής δυσαρέσκεια για το ΠΑΣΟΚ, η οποία, σε αντίθεση με την πρώτη, προκαλεί μετακινήσεις ψηφοφόρων, κυρίως προς το ΣΥΡΙΖΑ. Τέλος, στοιχείο τρίτο, μια αξιοπρόσεκτη άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, που εμφανίζεται με ποσοστά 15%-18%. Φυσικά, μιλάμε για δημοσκοπικά μεγέθη και όχι για εκλογικά ποσοστά.
Υπάρχουν τρία ερωτήματα που μας απασχολούν όλους: Τα τρία αυτά φαινόμενα συνδέονται μεταξύ τους; Είναι πρόσκαιρα ή μόνιμα; Είναι δημιουργήματα μιας συγκυρίας ή πρόκειται να δημιουργήσουν ένα νέο πολιτικό σκηνικό;
Στο πρώτο ερώτημα, η απάντηση είναι πως ασφαλώς και συνδέονται μεταξύ τους. Π.χ. η τροφοδοσία του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται όχι μόνο επειδή το ΠΑΣΟΚ παράγει δυσαρέσκεια, αλλά επειδή δεν έχει τη δύναμη να αναχαιτίσει τη δυσαρέσκεια αυτή, με άλλα λόγια η βαθιά κρίση στην ηγεσία και στα ηγετικά στελέχη δεν επιτρέπει να λειτουργούν ως ασπίδα των οπαδών τους, όπως συμβαίνει με τον Καραμανλή και τους ψηφοφόρους της Ν.Δ.
Στο δεύτερο ερώτημα, νομίζω ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να απαντήσουμε τώρα. Θα περιμένουμε τις άλλες δημοσκοπήσεις, ενδεχομένως και τις παράλλες, θα ξαναμιλήσουμε γι’ αυτά το φθινόπωρο, για να δούμε αν τα σημερινά ευρήματα καταγράφονται πλέον ως τάσεις. Θα έλεγα όμως από αίσθηση ότι ακόμα κι αν οι μετακινήσεις δεν έχουν τη διάσταση που υποδηλώνεται από τις δημοσκοπήσεις, πολύ δύσκολα τα πράγματα θα ξαναγίνουν όπως πριν, δηλαδή πολύ δύσκολα θα ξαναδούμε ένα δικομματικό σύστημα, με τα δύο μεγάλα κόμματα να συγκεντρώνουν το 80-86% των ψήφων.
Στο τρίτο ερώτημα: Προσωπικά είμαι πάρα πολύ επιφυλακτικός σε γενικόλογες προβλέψεις του τύπου ότι ναι, αλλάζει το σκηνικό, ναι, ανατρέπονται τα πάντα, ναι, έρχονται τα πάνω κάτω. Ζούμε μια συγκυρία, στην οποία ασφαλώς υπάρχουν φυγόκεντρες δυνάμεις στο δικομματικό σύστημα, αλλά υπενθυμίζω ότι θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε σε βάθος χρόνου αν αυτές είναι απλώς κινήσεις δυσαρέσκειας, ή αν έχουν μονιμότερα χαρακτηριστικά.

Η στροφή προς το ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει βαθύτερες ανάγκες
Του Γιάννη Δραγασάκη
βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ

Ο χρόνος κατά τον οποίο συμβαίνουν οι αναταράξεις που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις δεν είναι τυχαίος.
Πρόκειται για μια «στιγμή» κατά την οποία έχουμε ως χώρα διανύσει μια μακρά περίοδο, δεκατεσσάρων και πλέον ετών, ισχυρής οικονομικής μεγέθυνσης. Πρόκειται για το δεύτερο αναπτυξιακό κύκλο που συντελείται μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην πορεία αυτού του αναπτυξιακού κύκλου σημαντικά τμήματα της κοινωνίας διαπιστώνουν ότι, αντί να έλθει και η δική τους σειρά να γευτούν τους καρπούς της ανάπτυξης, απειλούνται με περιθωριοποίηση. Και ενώ ευνοεί τον ιδιωτικό πλουτισμό των ολίγων η ανάπτυξη αυτή, οδηγεί ταυτόχρονα σε υποβάθμιση των συλλογικών όρων ζωής.
Η κρίση του δικομματισμού, δηλαδή, έρχεται όταν η νεολαία, ο κόσμος της εργασίας και ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας συνειδητοποιούν τα όρια αυτού του μοντέλου ανάπτυξης, όταν μέσα από τη συνειδητοποίηση αυτή διαπιστώνουν ότι εκείνο που πρέπει να αλλάξει δεν είναι μόνο ο πιανίστας, αλλά και η μουσική που αυτός παίζει.
Αυτό είναι ένα μοτίβο που αυτοεπιβεβαιώνεται από τις εμπειρίες των ανθρώπων και ανατροφοδοτείται από πολλές και διαφορετικές αφετηρίες.
Αν μια πρώτη αφετηρία είναι, όπως είπαμε, το μοντέλο ανάπτυξης με τις κοινωνικές αλλά και περιβαλλοντικές του παραμέτρους, μια δεύτερη αφετηρία είναι το κράτος.
Το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. δεν οικειοποιήθηκαν απλώς το κράτος, το υπερεκμεταλλεύτηκαν κομματικά, χωρίς να το εκσυγχρονίσουν ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί έστω και στοιχειωδώς στις ανάγκες των πολιτών. Έτσι, σε πολλές περιπτώσεις, η επαφή του πολίτη με το κράτος κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια περιπέτεια, ενώ οι πυρκαγιές του καλοκαιριού αποκάλυψαν ένα κράτος που λειτουργεί ως πηγή συλλογικής ανασφάλειας, παρά ως παράγων της συλλογικής ασφάλειας.
Μια τρίτη αφετηρία είναι, τέλος, ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη λειτουργία των κομμάτων, πολιτικές συμπεριφορές, θέματα διαφθοράς και πολιτικής ηθικής.
Η στροφή, συνεπώς, προς το ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει βαθύτερες ανάγκες και μονιμότερα αιτήματα όχι απλά για μια άλλη κυβέρνηση, αλλά για ένα διαφορετικό μοντέλο διακυβέρνησης. Όχι απλά για περισσότερη ανάπτυξη αλλά για άλλον τύπο ανάπτυξης ως προς τις οικολογικές και τις κοινωνικές του συντεταγμένες. Σ’ αυτές ακριβώς τις ανάγκες και σ’ αυτά τα αιτήματα καλείται ν’ απαντήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.


Δεν πείθουν τα μεγάλα κόμματα
Του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη
βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, πρώην υπουργός


Το τελευταίο διάστημα όλα όσα ξέραμε για την ελληνική πολιτική σκηνή δείχνουν να ανατρέπονται άρδην. Όλοι γινόμαστε μάρτυρες μιας πρωτοφανούς για τα πολιτικά δεδομένα της χώρας δημοσκοπικής τάσης: τα δύο κόμματα εξουσίας φυλλορροούν και ένα μεγάλο κοινωνικό ρεύμα φαίνεται να επιλέγει τον ΣΥΡΙΖΑ για την πολιτική του έκφραση.

Είναι σαν ένα αόρατο χέρι να αφαίρεσε απότομα το καπάκι από μια χύτρα που οι περισσότεροι θεωρούσαν ότι σιγοβράζει, ενώ είχε φτάσει προ πολλού σε σημείο πολιτικού βρασμού, με αποτέλεσμα να απελευθερωθούν ξαφνικά προς τα έξω σημαντικές δυνάμεις.

Στο σημείο αυτό μια κρίσιμη παρατήρηση είναι αναγκαία προς αποφυγή εσκεμμένων ή μη παρεξηγήσεων. Η δημοσκοπική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ δεν συνδέεται σε καμία περίπτωση με μια –ευήκοη για πολλούς- αριστερή στροφή της ελληνικής κοινωνίας.

Μια τέτοια στροφή, στο βαθμό μάλιστα που καταγράφουν οι έρευνες, θα προϋπέθετε, αν μη τι άλλο, μια σχιζοφρενή κοινωνία, που ενώ το 2004 ψήφιζε μαζικά μια κεντροδεξιά κυβέρνηση, τέσσερα μόλις χρόνια μετά στρέφει το ίδιο μαζικά το βλέμμα της προς μια παλαιο-αριστεριστικού τύπου πολιτική πρόταση.

Παρανοϊκή, λοιπόν, όχι. Λογική, απολύτως ναι. Η σύγχρονη ελληνική κοινωνία έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι είναι ιδιαιτέρως αυστηρή και ορθολογική στις πολιτικές κρίσεις και ταυτίσεις της για να άγεται και να φέρεται ως πολιτικό εκκρεμές από τα δεξιά προς τα αριστερά. Μια τέτοια μετακίνηση υπονοεί πως άλλα κριτήρια –όχι αμιγώς πολιτικά με όρους παραδοσιακής πολιτικής γεωγραφίας- βαραίνουν στη συνείδηση των πολιτών.

Είμαι βέβαιος συνεπώς πως η συζήτηση δεν αφορά το τετριμμένο δίλημμα Αριστερά - Δεξιά. Αφορά όμως, και πολύ μάλιστα, την εκκωφαντική κατάρρευση του μεταπολιτευτικού μοντέλου διαχείρισης της εξουσίας, όπως αυτό εκφράστηκε τις τελευταίες δεκαετίες από τα δύο μεγάλα κόμματα.

Τη διαφαινόμενη αδυναμία δηλαδή του δικομματισμού να συνεχίσει να επιτελεί το βασικό του ρόλο ως παράγοντας σταθερότητας για τη χώρα και ταυτόχρονα ως φορέας δίκαιων, θετικών και αποτελεσματικών αλλαγών στη ζωή των πολιτών. Χωρίς ταυτόχρονα να ξεχνάμε και την άλλη σημαντική παράμετρο: την ηθική και αξιακή ανανέωση που οφείλει κάθε φορά να εκφράζει η πολιτική προκειμένου να είναι ελκυστική και πειστική στην κοινωνία.

Τα δύο μεγάλα κόμματα λοιπόν έχουν πάψει να πείθουν. Κι αυτό γιατί από τις αρχές αυτής της δεκαετίας αρνούνται να αντιμετωπίσουν κατάματα την πραγματικότητα που λέει ότι η κοινωνία έχει ωριμάσει και απαιτεί τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αξιωματική αντιπολίτευση εξίσου ώριμη, υπεύθυνη, σοβαρή και διαφανή διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων.

Αντ’ αυτού, η κοινή γνώμη τα τελευταία χρόνια το μόνο που βλέπει είναι μια κυβέρνηση που αδυνατεί να ελέγξει στοιχειωδώς το κράτος, να εφαρμόσει τους νόμους, να σεβαστεί την αξιοκρατία και να επιβάλει όπου αυτό είναι απαραίτητο αυστηρές κυρώσεις. Μια αντιπολίτευση που στις περισσότερες περιπτώσεις είναι δύναμη του όχι. Μια Βουλή που, αντί να παράγει έργο με τρόπο ενιαίο, γρήγορο, διάφανο και αποτελεσματικό, έχει μετατραπεί σε ένα εργοστάσιο ασυνάρτητων και χαριστικών ρυθμίσεων και τροπολογιών που συντηρούν και πολλές φορές διογκώνουν την παρανομία. Και μια Δικαιοσύνη που δυστυχώς έχει μετατραπεί σε μακρύ χέρι της πολιτικής.
Μια τέτοια κατάσταση κάθε άλλο παρά εμπιστοσύνη και ασφάλεια μπορεί να εμπνέει στην κοινωνία. Κι είναι απολύτως λογικό κι αναμενόμενο σε ένα τέτοιο περιβάλλον ρευστότητας και ανασφάλειας κι εφόσον οι δοκιμασμένοι έχουν κριθεί κι απορριφθεί, να αναζητούνται νέα, άφθαρτα σχήματα που μπορεί να υστερούν σε εχέγγυα αποτελεσματικότητας και σαφήνειας στον πολιτικό τους λόγο, διαθέτουν όμως το χαρτί της ανανέωσης.

Η κρίση λοιπόν είναι υπαρκτή. Και τα περιθώρια για τα δύο κόμματα εξουσίας να το αντιληφθούν και να κάνουν κάτι γι’ αυτό στενεύουν απελπιστικά. Η συνταγή; Περισσότερη αποτελεσματικότητα, μεγαλύτερη διαφάνεια, έμφαση στην αξιοκρατία, σαφώς καλύτερα αντανακλαστικά στην καταγραφή των νέων ύπουλων κοινωνικών ανισοτήτων, περισσότερη ευαισθησία και κοινωνική δικαιοσύνη. Τόσο απλά και ταυτόχρονα τόσο δύσκολα. (587)


Πολύπλοκο το σκηνικό
Του Χριστόφορου Βερναρδάκη
πρόεδρος της VPRC



Για να βρει κανείς αναλογίες της σημερινής συγκυρίας με παλιότερες σε σχέση με τις τάσεις του εκλογικού σώματος, θα ανατρέξει σε δύο «εκλογικές εποχές»: το 1958 και το 1977. Από την πρώτη (1958) θα κρατήσει υπ’ όψιν το ποσοστό του 25% (που κατέγραψε τότε η ΕΔΑ), όριο στο οποίο πιθανότατα θα κινηθεί το άθροισμα των κομμάτων της Αριστεράς στις επόμενες εκλογές. Από τη δεύτερη (1977) θα κρατήσει το στοιχείο της ανακατανομής των συσχετισμών στο χώρο της «δημοκρατικής παράταξης». Με τις εκλογές του 1997 διαμορφώθηκε αρχικά μια «τριμερής» εκπροσώπηση του χώρου, με το ΠΑΣΟΚ στο 25%, την ΕΔΗΚ στο 11% και το ΚΚΕ στο 10%, η οποία αμέσως μετά εξελίχθηκε σε «διμερή», με το ΠΑΣΟΚ να κυριαρχεί και να διευρύνει και τα όριά του. Κάτι ανάλογο εξελίσσεται και σήμερα, με το ΠΑΣΟΚ να κινείται στα όρια του 25-30%, ο ΣΥΡΙΖΑ στο 12-15%, το ΚΚΕ στο 8-10% και το νεοπαγές κόμμα των Οικολόγων στα επίπεδα του 3%.
Η διαφορά της εποχής τόσο του 1958 όσο και του 1977 είναι ότι το «υπερκυρίαρχο» κόμμα του κομματικού συστήματος και στις δύο περιπτώσεις (Συναγερμός και Ν.Δ.) μπορούσε να εγγυηθεί μια λύση διακυβέρνησης, και γιατί εκπροσωπούσε μια ισχυρή κοινωνική - εκλογική συμμαχία και γιατί ευνοείτο από τον εκλογικό νόμο της ενισχυμένης αναλογικής. Και τα δύο αυτά στοιχεία εκλείπουν σήμερα. Ούτε η βάση της Ν.Δ. είναι συμπαγής και δυναμική (κινείται στα επίπεδα του 37%, πλησιάζει δηλαδή στο «σκληρό πυρήνα» της ιστορικής εκλογικής βάσης της Δεξιάς), αλλά ούτε ο ισχύων και ο νέος εκλογικός νόμος μπορούν να δώσουν ισχυρή κοινοβουλευτική κυβερνητική πλειοψηφία. Κατά συνέπεια, το σκηνικό που διαγράφεται για τα επόμενα ένα δύο χρόνια, ίσως και περισσότερο, γίνεται πολύπλοκο. Επιπλέον, η αναντιστοιχία μεταξύ κοινωνικών προσδοκιών και πολιτικού συστήματος θα διευρυνθεί και πρέπει να θεωρείται βέβαιο πια ότι νέα πολιτικά μορφώματα θα γεννηθούν.


Φθείρονται οι ιδεολογικές - πολιτικές βάσεις του δικομματισμού
του Τάσου Παππά
πολιτικός συντάκτης της «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ»

Ο δικομματισμός παραπαίει, γιατί φθείρονται με ραγδαίο ρυθμό οι ιδεολογικές και πολιτικές σταθερές του. Πάνω σε ποιες βάσεις αναπτύχθηκε; - «Οι μονοκομματικές κυβερνήσεις μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα τα προβλήματα της κοινωνίας». Τι διαπιστώνουμε; Η ανεργία, η ακρίβεια, η διαφθορά, η αναποτελεσματικότητα του κράτους, οι μεγάλες εισοδηματικές ανισότητες, το χαμηλό επίπεδο της δημόσιας παιδείας και της δημόσιας υγείας είναι οι εκκωφαντικές απαντήσεις στον προεκτεθέντα ισχυρισμό. - «Οι ισχυρές αυτοδύναμες κυβερνήσεις είναι σε θέση να οργανώσουν καλύτερα τις άμυνες του πολιτικού συστήματος απέναντι στη διαπλοκή και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Είναι λιγότερο ευάλωτες στις πιέσεις επειδή είναι συμπαγείς». Δεν χρειάζεται κανείς να επιχειρηματολογήσει εναντίον αυτής της άποψης. Αψευδής μάρτυρας η ίδια η πραγματικότητα. Η ομάδα των νταβατζήδων που έκανε κουμάντο επί ΠΑΣΟΚ (κατά την εκτίμηση του πρωθυπουργού) δεν εξαρθρώθηκε, απλώς απέκτησε καινούργια μέλη. - «Ή ένα από τα δύο κόμματα εξουσίας στην κορυφή, ή το χάος της ακυβερνησίας». Οι πολίτες δεν «τσιμπούν» πια στην τρομοκρατική αυτή προτροπή, όπως και στην ηπιότερη εκδοχή της που είναι η λογική του «μικρότερου κακού». Τα δύο κόμματα έχουν κυβερνήσει από τρεις φορές το καθένα, ο κόσμος έχει ψηφίσει με κρύα καρδιά πότε το ένα και πότε το άλλο σε αρκετές εκλογικές αναμετρήσεις. Δεν τρέφει πια αυταπάτες. Ίσως η τελευταία ευκαιρία του δικομματισμού να ανακάμψει ήταν στις εκλογές του 2004. Όμως η νέα διακυβέρνηση ούτε νέα είναι ούτε διακυβέρνηση με τη στενή έννοια του όρου. Πρόκειται για ένα φαύλο, παλαιοκομματικό καθεστώς χωρίς αρχές, χωρίς πυξίδα, χωρίς σχέδιο για τη χώρα. Ένα ασκέρι λαφυραγωγών που κρύβει τις πραγματικές προθέσεις του πίσω από μεγαλόστομες τιποτολογίες. Επιβιώνει λόγω της προγραμματικής αφλογιστίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης και της προφανούς ανεπάρκειας της ηγεσίας της. Από τη στιγμή λοιπόν που οι «ρεκλάμες» του δικομματισμού χάνουν τη λάμψη τους, ανοίγει ο δρόμος για την ουσιαστική αμφισβήτησή του. Η διαδικασία απεγκλωβισμού των πολιτών έχει ξεκινήσει. Η μαζική διαρροή οπαδών του ΠΑΣΟΚ, η μικρή -αλλά μετρήσιμη πια- μετακίνηση ψηφοφόρων της Ν.Δ. προς τον ΣΥΡΙΖΑ, η διεύρυνση της επιρροής του στα μορφωμένα στρώματα και στη νεολαία δημιουργούν νέα δεδομένα. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτά μια πολυσυλλεκτικότητα που η Αριστερά είχε να δει από την εποχή του ΕΑΜ και της ΕΔΑ. Προς το παρόν πρόκειται για δημοσκοπική ψήφο συμπάθειας που οφείλεται στο θυμό και την οργή των πολιτών απέναντι στα δύο κόμματα εξουσίας, αλλά και στην «ανάγωγη» στάση της ηγεσίας της ανανεωτικής-ριζοσπαστικής Αριστεράς. Στο χέρι του ΣΥΡΙΖΑ είναι να τη μετατρέψει σε σταθερή επιλογή προγραμματικής συμφωνίας με τελικό προορισμό την κάλπη του. Μ αρέσει η φράση που ακούω από τα στελέχη του: «Πήραν αέρα τα πανιά μας, δεν θα πάρουν αέρα τα μυαλά μας». Αυτό σημαίνει ότι έχουν συνειδητοποιήσει το μέγεθος των ευθυνών που αναλαμβάνουν και γνωρίζουν τους κινδύνους που καραδοκούν.


Αλέκος, Αλέξης, Αλέξανδρος...
Του Τριαντάφυλλου Δραβαλιάρη
διευθυντής σύνταξης στην «ΗΜΕΡΗΣΙΑ»



Ας είμαστε ρεαλιστές, τι και αν υπήρξαμε (και θα συνεχίσουμε, προσδοκώ) ουτοπιστές.
Το ξεχείλισμα της δημοσκοπικής δεξαμενής του ΣΥΡΙΖΑ είναι το ασυγκράτητο, πλέον, ρεύμα οργής που σπάει τα πολιτικά φράγματα των δύο μεγάλων κομμάτων. Οι πηγές του βρίσκονται στις ανατροπές που φέρνει η παγκοσμιοποίηση. Και η διόγκωσή του οφείλεται σε πολιτικές ηγεσίες που είτε αποδείχθηκαν ανίκανες –αν και «ήθελαν»- είτε δεν μπόρεσαν επειδή δεν θέλησαν να ανοίξουν κανάλια εκτόνωσης της δυσαρέσκειας μεγάλων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας, που υφίστανται τις συνέπειες μιας άνισης κατανομής του πλούτου. Και ο παραδοσιακός «κουμανταδόρος» των πλειοψηφικών ρευμάτων αλλαγής που διαμορφώθηκαν μεταπολιτευτικά, το ΠΑΣΟΚ, φαίνεται να αδυνατεί σήμερα να παίξει το ρόλο εφ’ ω ετάχθη (Α. Παπανδρέου: «Σε εμάς έλαχε ο κλήρος της αλλαγής»).
Το ΠΑΣΟΚ δοκιμάζεται από μια πρωτοφανή κρίση στην τριαντατετράχρονη ιστορία του. Στον παρονομαστή της βρίσκεται η θανάσιμη υποψία των φανατισμένων οπαδών του ότι απώλεσε το διακριτό του (από τη δεξιά) ρόλο, η βεβαιότητα άλλων γι’ αυτό και η σιγουριά ενός άλλου μέρους των δυνάμει ψηφοφόρων του ότι έχασε την υπεροχή του και ως προς την κυβερνησιμότητα.
Ο Γ. Παπανδρέου κληρονόμησε, μεν, μέρος αυτής της κρίσης, αλλά –τραγική ειρωνεία– αβγάτισε την «κληρονομιά». Κυρίως λόγω της ατολμίας του να κάνει χρήση της ισχυρής εντολής «άλλαξέ τα όλα», άντε κάποια από τα «όλα».
Τώρα λοιπόν, «κληρώνει» για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ποιοι τον ψηφίζουν στις δημοσκοπήσεις; Δεν τους γνωρίζουμε βέβαια, έναν έναν. Γνωρίζουμε, όμως, το «ένα» κοινό σημείο που τους ενώνει. Το «φιλοσοφικό» τους πιστεύω είναι ένας παραφρασμένος Καζαντζάκης.
Δεν πιστεύω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι... διαμαρτυρόμενος!
Όμως... υπάρχει ένα όμως. Αυτό το νέο εκλογικό σώμα που προνομιακά εκπροσωπείται στη συγκυρία από τον ΣΥΡΙΖΑ σκέπτεται «αριστερά», και από τον ΣΥΡΙΖΑ θα αξιώνει οσονούπω να συμπεριφερθεί «δεξιά». Η αριστερή διαμαρτυρία θα ζητήσει εφαρμοσμένη πρόταση.
Και ατυχώς ή ευτυχώς, εδώ και κάποιους αιώνες οι εφαρμοσμένες λύσεις προϋποθέτουν κυβερνητικές λύσεις.
Το... πεπρωμένο φυγείν αδύνατον. Ούτε ο Αλέξης ούτε ο Αλέκος θα έχουν επί μακρόν την προνομία του χαϊδευτικού τους ονόματος. Θα υποχρεωθούν κάποια στιγμή να γίνουν Αλέξανδροι. Διότι στο... βάθος προβάλλει ήδη ο γόρδιος δεσμός της ανάληψης (κυβερνητικών) ευθυνών.
Ο «Μέγας» έλυσε επιτυχώς το «δεσμό». Ο μικρός; Σε κάθε περίπτωση θα υποχρεωθεί να αναλάβει το ρίσκο. Με κίνδυνο να «μικρύνει» το κόμμα του ή, ποιος ξέρει, μπορεί και να ’ναι αυτό η αφετηρία μιας επιτυχημένης εκστρατείας της οποίας μόλις τώρα βλέπουμε –και οι ίδιοι επίσης– τα πρώτα της κεφάλαια. Είναι πάντως συναρπαστικά και ήδη γίνονται ανάρπαστα. Και μόνο γι’ αυτό, για το μπεστ σέλερ των ύστερων πολιτικών χρόνων, αξίζει να προβληματιστούμε. Ίσως τα πάντα να είναι η κίνηση και όχι ο σκοπός.


Δομική η κρίση του ΠΑΣΟΚ
Του Σεραφείμ Κοτρώτσου
έκδοσης στον «ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ»


ΟΙ δημοσκοπήσεις δείχνουν αυτό που όλοι ξέρουμε: το ΠΑΣΟΚ είναι αντιμέτωπο με μια δομική κρίση, μια κρίση που όσο περνάει ο καιρός αποκτάει μόνιμα χαρακτηριστικά. Η κρίση αυτή, κατά την εκτίμησή μου, δεν είναι μόνο κρίση ηγεσίας. Δεν πιστεύω ότι το ΠΑΣΟΚ με μια διαφορετική ηγεσία θα είχε καλύτερη θέση στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Βεβαίως, απογοήτευση υπάρχει και από τη διακυβέρνηση της Ν.Δ., αλλά πάντα οι κυβερνήσεις έχουν ένα ψυχολογικό προβάδισμα, το οποίο αποτυπώνεται στα πολιτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων, ιδιαίτερα όταν έχουν να αντιμετωπίσουν μια αξιωματική αντιπολίτευση που δεν μπορεί να προβάλει μια πειστική ανατρεπτική πρόταση εξουσίας. Το ζήτημα, συνεπώς, είναι κατά πόσο μπορεί το ΠΑΣΟΚ να βγει απ’ αυτή την εσωστρέφεια, απ΄ την παρατεταμένη κρίση. Θα έλεγα ότι κάτι τέτοιο είναι σήμερα εξαιρετικά δύσκολο.
Θα προσέθετα, επίσης, ότι σαφώς υπάρχουν συγκοινωνούντα δοχεία μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει μεγάλη μετακίνηση ψηφοφόρων από το ΠΑΣΟΚ προς το ΣΥΡΙΖΑ και δεν εκτιμώ ότι αυτό συμβαίνει μόνο γιατί πρόσφατα ο ΣΥΡΙΖΑ εξέλεξε ως νέο πρόεδρο τον Αλέξη Τσίπρα, ένα πρόσωπο που εγγυάται μια άλλη, δυναμικότερη παρουσία στα πολιτικά πράγματα. Πιστεύω ότι το ΠΑΣΟΚ θα υφίστατο τις συνέπειες αυτές, ούτως η άλλως. Απλώς οι εξελίξεις επιταχύνονται μετά την αλλαγή στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ότι έχει να κάνει με τη συζήτηση για την κρίση του δικομματισμού, δεν συμμερίζομαι απολύτως την άποψη ότι η λύση μπορεί να έρθει εκτός αυτού του συστήματος. Οι ψηφοφόροι κάποια στιγμή θα κληθούν να αποφασίσουν μεταξύ συγκεκριμένων επιλογών διακυβέρνησης. Το καινούργιο, που έχει τη σημασία του, είναι ότι τα ποσοστά των ψηφοφόρων που θέλουν κυβερνήσεις συνεργασίας είναι πολύ μεγαλύτερα από ό,τι παλιότερα και αποτυπώνονται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, πράγμα που δείχνει ότι αποτελούν μια μονιμότερη τάση.
Γιατί, όμως, ο μέσος ψηφοφόρος δηλώνει σ αυτή τη χρονική συγκυρία ότι θα προτιμούσε κυβερνήσεις συνεργασίας; Όχι γιατί ανακάλυψε ξαφνικά τη «χαμένη Ατλαντίδα» των κυβερνήσεων συνεργασίας. Θεωρώ ότι η τάση αυτή έχει να κάνει με μια προσπάθεια της κοινής γνώμης να «εκβιάσει» -με την καλή έννοια του όρου- εξελίξεις, πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας θα πανικοβληθούν και θα προσπαθήσουν να αφυπνιστούν και να δώσουν λύσεις. Αυτή είναι μία τελευταία ευκαιρία για το δικομματικό σύστημα, όπως το ξέρουμε.. Αν δεν την εκμεταλλευτεί, είναι προφανές ότι θα υποχρεωθεί να δώσει τη θέση του σε άλλο πολιτικό σύστημα.

Το νέο καθεστώς

Παραθέτουμε σε συνέχεια τα 10 βασικά άρθρα του Νέου Καθεστώτος, όπως διαλαμβάνονται στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης Καραμανλή:


Κηρύσσεται κατάσταση ασφαλιστικής πολιορκίας και επιβάλλεται Νέο Ασφαλιστικό Καθεστώς
Όποιος αντιτάσσεται σ’ αυτό καθ’ οιονδήποτε τρόπο, θα κηρύσσεται ένοχος προνομίων και ελλιπούς πατριωτισμού
Κάθε εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα και τις ΔΕΚΟ κηρύσσεται επισήμως έκπτωτος των ασφαλιστικών προνομίων του.
Οι εργαζόμενες γυναίκες απαγορεύεται να γεννούν.
Αν, παρ’ ελπίδα, κάποια γεννήσει, πρέπει να μεριμνήσει για ανάδοχη εθνικόφρονα οικογένεια του μεσαίου χώρου, που θα μεγαλώσει το παιδί της.
Οι νέοι, στο Νέο καθεστώς, θα παραμένουν και επισήμως άνεργοι μέχρι να κριθούν ώριμοι προς εκμετάλλευση.
Εφόσον διοριστούν, θα εργάζονται ανασφάλιστοι μέχρι νεωτέρας. Το Νέο Καθεστώς προβλέπει την ασφάλισή τους σε ώριμη ηλικία, όταν θα είναι εις θέση να εκτιμήσουν τις κρατικές παροχές.
Ουδείς συνταξιοδοτείται πριν αποβιώσει, εξαιρουμένων περιπτώσεων καθολικής αναπηρίας.
Εις περιπτώσεις καθολικής αναπηρίας, απελπισίας, αδυναμίας προς εργασία και απροθυμίας επιβάλλεται η ευθανασία.
Τεχνικά ζητήματα ευθανασίας, εγκλεισμού των μη συμμορφουμένων και σωφρονισμού των παρανόμως δρώντων, επιλύονται από τις υπηρεσίες κοινωνικής αλληλεγγύης του Νέου Ασφαλιστικού Καθεστώτος.

Αποφάσισα και διέταξα
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
Φύλλο 3 / 8 Μαρτίου 2008

2/3/08

Η απάτη είναι απάτη

Το έχουμε συνηθίσει άλλα να μας λένε, άλλα να εννοούν και άλλα να κάνουν οι πολιτικοί των κομμάτων εξουσίας. Θεωρείται περίπου φυσιολογικό και απότοκο του εκλογικού παιχνιδιού να δίνουν υποσχέσεις πριν στηθούν οι κάλπες και σφαλιάρες αφού εξασφαλίσουν την ψήφο του πολίτη. Από το σοσιαλισμό του ΠΑΣΟΚ, μέχρι τη μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων της Ν.Δ., έχουμε ακούσει πολλά, ευφάνταστα και κούφια. Τους πήραμε χαμπάρι και ούτε ως αντιπολιτευτικό επιχείρημα πια δεν μετράει να θυμίζει ο ένας στον άλλο τι έλεγε πριν από τις εκλογές και τι κάνει μετά.
Η προεκλογική δέσμευση ωστόσο του σημερινού πρωθυπουργού ότι δεν θα θιγούν τα όρια ηλικίας και το ύψος των συντάξεων ξεπερνάει το συνηθισμένο προεκλογικό καλαμπούρι. Και η χυδαία, εξόφθαλμη και προκλητική παραβίασή της, με τις νέες ρυθμίσεις για το ασφαλιστικό, μόνο με όρους ΑΠΑΤΗΣ μπορεί να κριθεί. Διότι εν γνώσει του ο Καραμανλής εξαπάτησε τους πολίτες. Διότι αποκόμισε κέρδος πολιτικό από αυτή την εξαπάτηση. Διότι εξαπάτησε εκατομμύρια Έλληνες από τα χαμηλότερα εισοδηματικά και πιο ευάλωτα στρώματα. Διότι αποδείχτηκε ότι δεν διστάζει όχι μόνο να στείλει στον Καιάδα των συντάξεων θανάτου τους πιο αδύνατους, αλλά και να τους κοροϊδεύει με τον πιο απροσχημάτιστο τρόπο.
Ξέρει ο Καραμανλής του μεγάλου ονόματος, που του εξασφάλισε ex officio μια θέση στην εξουσία, τι σημαίνει σύνταξη για έναν εργαζόμενο; Ξέρει τι σημαίνει να δίνει κάποιος εκατοντάδες ευρώ κάθε μήνα, χρόνια και χρόνια, για να εξασφαλίσει τα γεράματά του και να έρχονται τα καλόπαιδα τύπου Καραμανλή-Αλογοσκούφη και Σία, για να του κάνουν μαύρο το μέλλον; Και ξέρει τελικά τι σημαίνει να εξαπατάς έναν ολόκληρο κόσμο της δουλειάς, ενώ κάθεσαι σούζα μπροστά στους τραπεζίτες, τους αρουραίους της μεγάλης εισφοροδιαφυγής και τους πράκτορες των δομημένων ομολόγων;
Μάλλον δεν ξέρει και είναι πια πολύ μεγάλος για να μάθει. Θα μάθει τουλάχιστον -κάτι είναι κι αυτό- ότι οι απάτες αυτού του είδους πληρώνονται κι ότι τα «θύματα» δεν είναι τόσο θύματα όσο φαντάζεται.


Φύλλο 2 / 1 Μαρτίου 2008
Θανάσης Καρτερός